espa

Άκου μανούλα.

Άκου Μανούλα: σε ξέρω από τότε που ήσουν κι εσύ παιδί. Ξέρω ποια είσαι.

Τα συναισθήματα μου για σένα είναι ανάμεικτα.

Εξαρτάται από το ποια γυαλιά φορώ όταν σε αντικρίζω.

Σαν παιδί, με πληγώνεις. Σαν ειδικός, εντοπίζω σε σένα διάφορα συμπτώματα. Σαν άνθρωπος όμως, σε συμπονώ βαθιά.

Σ’ έχω ακούσει να κλαις μόνη σε κλειστά δωμάτια και να πνίγείς τον λυγμό σου.

Σ’ έχω δει να γυρεύεις απεγνωσμένα ένα χάδι, μια αγκαλιά να κουρνιάσεις, σαν αυτή που σου ζητάει το παιδί σου μέρα νύχτα. Κυρίως τη νύχτα.

Σ’ έχω δει να φοβάσαι όπως φοβούνται τα παιδιά, αλλά όχι το σκοτάδι, εσένα το σκοτάδι έγινε η παρηγοριά σου.

Σ’ έχω δει να αγανακτείς, να θέλεις να ουρλιάξεις από κούραση και απελπισία για την χαμένη σου ζωή.

Σ’ έχω δει άυπνη, κατάκοπη και αφρόντιστη μέρες πολλές.

Σ’ έχω δει αβοήθητη να στέκεσαι στις απαιτήσεις των παιδιών σου, του συντρόφου σου, του σπιτιού σου, της δουλειά σου.

Ξέρω πως τις νύχτες οι ενοχές σου σε σκεπάζουν στο κρεβάτι.

Ξέρω πως δεν βρίσκεις διέξοδο.

Ξέρω πως όση υπομονή και να κάνεις, αυτή εξαντλείται και γίνεσαι ό, τι μισείς και θα ήθελες να αποφύγεις.

Γίνεσαι μάνα χωρίς αγάπη, γίνεσαι μάνα τιμωρός ή μάνα θύμα.

Γίνεσαι η δική σου η μανούλα ή κάποια που δεν της έμοιασε ποτέ.

Ξέρω πως μέσα στο κλάμα του παιδιού σου που τώρα σου τρυπάει τα αυτιά, ακούς και το δικό σου και πώς ν’ αντέξεις να το ακούς μανούλα;

Τι να του πεις για να σωπάσει, ποιον να παρηγορήσεις πρώτα;

Φώναξε του! Πες του να σωπάσει όπως συνήθως ή πρόλαβε κάθε του δάκρυ μην βγει, να μη φανεί πως πονά.

Κι ύστερα δες πως τίποτα από αυτά δεν κάνει καλό.

Κι απογοητευμένη αναρωτιέσαι τι κάνεις λάθος.

Η απελπισία είναι το πιο γνώριμο συναίσθημα σου και απελπισμένη συνεχίζεις αφού άλλο δρόμο δεν γνωρίζεις.

Και έτσι φορτωμένη με ενοχές, θυμό και λύπη αναθρέφεις τα παιδιά σου.

Πότε εξουσιάζεις, πότε εξουσιάζεσαι από εκείνα.

Σε ξέρω καλά, Μανούλα, έχω ακούσει να κρύβεις την αλήθεια σου σε άσκοπες συζητήσεις με φίλους και γνωστούς, σε έχω δει να το κάνεις τόσο καλά που κάποιες φορές φαίνεσαι να γίνεσαι ένα με το ψέμα.

Κι έρχεται η ώρα που κάνεις δεν σε αναγνωρίζει, κανείς δεν ξέρει ποια στα αλήθεια είσαι και με λύπη διαπιστώνω πως έπαψες κι εσύ να θυμάσαι.

Ξέχασες πως δψάς για ζωή, για αγάπη, για έρωτα, για χάδια, για φροντίδα.

Ξέχασες, μα η ζωή σου σε καλεί να θυμηθείς ξάνα, σκούπισε τα δάκρυα εκείνου του παιδιού που κλαίει μέσα σου πρώτα και παρηγόρησε το, μεγάλωσε το, ανέθρεψε το.

Κι έπειτα σκούπισε τα δάκρυα αυτού του κόσμου που πονά χωρίς αγάπη κι άλλαξε τον.